- ἐκδιαίτησις
- ἐκδιαίτησιςchange of habitsfem nom sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
εκδιαίτησις — ἐκδιαίτησις, η (Α) μεταβολή έξεων και τρόπου ζωής … Dictionary of Greek
ἐκδιαιτήσεις — ἐκδιαίτησις change of habits fem nom/voc pl (attic epic) ἐκδιαίτησις change of habits fem nom/acc pl (attic) ἐκδιαιτάομαι aor subj act 2nd sg (attic epic ionic) ἐκδιαιτάομαι fut ind act 2nd sg (attic ionic) ἐκδιαιτάω decide a case as aor subj act … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐκδιαιτήσεσι — ἐκδιαίτησις change of habits fem dat pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐκδιαίτησιν — ἐκδιαίτησις change of habits fem acc sg ἐκδιαιτάομαι pres ind act 3rd sg ἐκδιαιτάω decide a case as pres ind act 3rd sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐκδιαιτήσεως — ἐκδιαιτήσεω̆ς , ἐκδιαίτησις change of habits fem gen sg (attic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)